Τον Οκτώβρη του 1923 το σάλπισμα της επανάστασης αντήχησε
βροντερό στη Γερμανία. Είχαν περάσει μόλις τέσσερα χρόνια από την συντριβή της
"Εξέγερσης του Σπάρτακου" και την δολοφονία της Ρόζας Λούξεμπουργκ.
Τότε, τον Γενάρη του 1919 η άρχουσα τάξη είχε καταφέρει, με
την βοήθεια των Φράικορπς να πνίξει στο αίμα την "αναταραχή" στο
Βερολίνο. Οι λογαριασμοί της, όμως, με την επανάσταση δεν είχαν κλείσει ακόμα.
"Ηλίθιοι δήμιοι!", έγραφε η Ρόζα κλείνοντας το τελευταίο της κείμενο.
"Τάξη επικρατεί στο Βερολίνο... Η τάξη σας είναι χτισμένη στην άμμο. Αύριο
κιόλας η επανάσταση θα ανυψωθεί με μια βροντή και με σαλπίσματα θα ανακοινώσει
στον τρόμο σας: Ήμουν, Είμαι, Θα είμαι!". Το "αύριο" είχε τώρα
φτάσει.
Το 1923 ήταν μια δραματική χρονιά για την Δημοκρατία της
Βαϊμάρης. Η χρονιά άνοιξε με την κατάληψη από τα γαλλικά στρατεύματα της
περιοχής του Ρουρ -της καρδιάς της βαριάς βιομηχανίας της Γερμανίας. Με την
Συνθήκη των Βερσαλιών η ηττημένη στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο Γερμανία είχε
υποχρεωθεί να πληρώνει κάθε χρόνο ιλιγγιώδεις πολεμικές αποζημιώσεις. Το Γενάρη
του 1923, με πρόσχημα την μη καταβολή αυτών των αποζημιώσεων, ο γαλλικός
στρατός εισέβαλε στο Ρουρ "για να τις εισπράξει από μόνος του".
Η κυβέρνηση του Βίλχελμ Κούνο, η πιο δεξιά κυβέρνηση που
είχε δει η Δημοκρατία της Βαϊμάρης μέχρι τότε, απάντησε με ένα κάλεσμα για
"παθητική αντίσταση". Στην αρχή είχε τεράστια επιτυχία: ο
σιδηρόδρομος σταμάτησε, το ταχυδρομείο και τα τηλεγραφεία έκλεισαν και απεργίες
ξέσπασαν στα ορυχεία. Η Γερμανία ολόκληρη έμοιαζε να έχει καταληφθεί από ένα
αίσθημα εθνικής ενότητας: η Βουλή ενέκρινε τις αποφάσεις της κυβέρνησης σχεδόν
ομόφωνα -μόνο οι 12 βουλευτές του KPD (Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας) ψήφισαν
κατά.
Μπούμερανγκ
Η πολιτική αυτή γύρισε όμως, πολύ γρήγορα, μπούμερανγκ. Οι
Γάλλοι απάντησαν στην παθητική αντίσταση με ένα κύμα τρομοκρατίας -πάνω από
εκατό χιλιάδες εργάτες "απελάθηκαν" από το Ρουρ. Για την κυβέρνηση
Κούνο αυτό σήμαινε την καταβολή ενός τεράστιου ποσού για αποζημιώσεις σε αυτούς
που είχαν διωχθεί: ένα μικρό κομμάτι από αυτές τις αποζημιώσεις πήγε στους
εργάτες που είχαν χάσει τα σπίτια και τις δουλειές τους. Το μεγαλύτερο, όμως,
πήγε στους ίδιους τους βιομηχάνους, στην "βοήθεια για το Ρουρ", για
την στήριξη, υποτίθεται, των επιχειρήσεων που είχαν κλείσει λόγω της παθητικής
αντίστασης. Τα λεφτά για αυτή τη βοήθεια προήλθαν από το εθνικό τυπογραφείο
-από την εκτύπωση χρήματος.
Ο πληθωρισμός βρισκόταν ήδη στα ύψη στη Δημοκρατία της
Βαϊμάρης: τον Φλεβάρη του 1920, οι τιμές ήταν σχεδόν δέκα φορές υψηλότερες από
ό,τι ήταν στην προπολεμική περίοδο. Με την κρίση στο Ρουρ απογειώθηκε: τον
Αύγουστο του 1923 η ισοτιμία δολαρίου μάρκου είχε ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο.
Οι τιμές άρχισαν να αλλάζουν ώρα με την ώρα. Μαυραγορίτες έκρυβαν τρόφιμα,
καύσιμα και φάρμακα και ο κόσμος αναγκαζόταν να δίνει τις βέρες του για ένα
πιάτο φαΐ.
Η "παθητική αντίσταση" που είχε ενώσει την
Γερμανία τον Γενάρη, την χώριζε τώρα όσο ποτέ σχεδόν στα προηγούμενα χρόνια. Οι
εργάτες, καθόλου άδικα, έριχναν τώρα το φταίξιμο για τον υπερπληθωρισμό στους
κερδοσκόπους, τους μεγαλοεπιχειρηματίες, την κυβέρνηση και τους μαυραγορίτες.
Την ίδια ώρα που τα μικροαστικά στρώματα στρέφονταν στην
ακροδεξιά, οι εργάτες, χτυπημένοι από τον υπερπληθωρισμό και τις συμμορίες των
ακροδεξιών, στρέφονταν μαζικά προς τα αριστερά. Το κυριότερο, όμως, ήταν ότι
στράφηκαν προς τους αγώνες.
Το καλοκαίρι του 1923 ήταν εξαιρετικά θερμό στη
Γερμανία. Οι απεργίες διαδέχονταν η μια την άλλη. Τα αφεντικά αναγκάζονταν πολύ
συχνά να υποκύψουν στις πιέσεις των εργατών με τη βία. Ένα χαρακτηριστικό
παράδειγμα ήταν η απεργία των ανθρακωρύχων στην Σαξονία: στις 25 Ιούνη ένα
οργισμένο πλήθος 3000 εργατών εισέβαλε στα γραφεία του τοπικού γερμανικού ΣΕΒ
και τα κατέστρεψε ολοσχερώς. Στις 6 Αυγούστου 4000 μεταλλεργάτες κατέβηκαν
στους δρόμους στο Πόμπελν, "συνέλαβαν" τους εργοδότες τους -που
αναγκάστηκαν να αποδεχτούν όλα τους τα αιτήματα.
Σημείο καμπής
Το σημείο καμπής ήρθε λίγο αργότερα, με την απεργία των 8000
εργαζομένων στο Εθνικό Τυπογραφείο. Η απεργία αυτή ήταν ένα μεγάλο πλήγμα για
την κυβέρνηση, που χρηματοδοτούσε τα ελλείμματά της από τα πιεστήρια. Ολόκληρη
η οικονομία βρέθηκε ξαφνικά στο χείλος του γκρεμού.
Το απεργιακό κύμα του Αυγούστου σήμανε το καμπανάκι του
συναγερμού τόσο για το ίδιο το KPD όσο και για την ηγεσία της Τρίτης Διεθνούς
στη Μόσχα. Τα πρωτοσέλιδα της Ρότε Φάνε, της εφημερίδας του KPD άρχισαν να
μιλάνε για γενική απεργία, με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης του Κούνο και
την αντικατάστασή της με μια "εργατική κυβέρνηση".
Στις αρχές του
Σεπτέμβρη η Διεθνής δημοσίευσε μια έκκληση, γραμμένη από τον Τρότσκι. "Η
Γερμανία", έγραφε, "κινείται προς την επανάσταση". Και δεν
έμειναν μόνο στα λόγια: μέσα στις επόμενες μέρες η ηγεσία του KPD ταξίδεψε στη
Ρωσία για να αποτιμήσουν όλοι μαζί την κατάσταση και να οργανώσουν τα επόμενα
βήματα -την κατάληψη της εξουσίας. Το KPD ρίχτηκε κυριολεκτικά με τα μούτρα
στην οργάνωση της ένοπλης σύγκρουσης -να βρει όπλα, να οργανώσει επιχειρησιακά
σχέδια, να προετοιμάσει τα μέλη του και να απομονώσει τους χαφιέδες.
Η Σαξονία και η Θουριγγία ήταν το "κάστρο" της
Αριστεράς. Η κυβέρνηση της Σαξονίας ήταν στα χέρια της αριστερής
Σοσιαλδημοκρατίας. Τον Οκτώβρη του 1923 ανέλαβε την πρωθυπουργία ο Έριχ
Τσάιγκνερ, ένας αριστερός Σοσιαλδημοκράτης. Στην κυβέρνησή του συμμετείχαν, για
πρώτη φορά, και τρεις υπουργοί από το KPD.
Αλλά δεν ήταν μόνο η αριστερά που έβλεπε την επανάσταση να
έρχεται. Για να απαντήσει στις επιθέσεις των παραστρατιωτικών το KPD είχε
οργανώνει ένα δίκτυο από επιτροπές άμυνας, τις Προλεταριακές Εκατονταρχίες.
Στις αρχές του Οκτώβρη η κεντρική κυβέρνηση του Κούνο τις έθεσε εκτός νόμου.
Και ύστερα έστειλε τελεσίγραφο στις τοπικές κυβέρνησεις να τις διαλύσουν
-"εντός τριών ημερών". Ο Τσάιγκνερ αρνήθηκε. Στις 21 Οκτώβρη στρατεύματα
εισέβαλαν στην Σαξονία.
Για το KPD αυτή ήταν η πρόκληση που περίμενε για να κηρύξει
την επανάσταση. Στην Ρωσία τον Οκτώβρη του 1917 την απόφαση για την κατάληψη
της εξουσίας δεν την είχαν πάρει οι Μπολσεβίκοι, την είχαν πάρει τα Σοβιέτ
-όπου οι Μπολσεβίκοι είχαν την πλειοψηφία. Στην Γερμανία του 1923 δεν υπήρχαν
Σοβιέτ. Το KPD, όμως, δεν ανησυχούσε: στις 21 Οκτώβρη θα γινόταν στο Κέμνιτς
ένα συνέδριο συνδικαλιστικών οργανώσεων που είχε οργανωθεί πολύ καιρό πριν από
κοινού από το Κομμουνιστικό Κόμμα και τους αριστερούς Σοσιαλδημοκράτες. Το
σινιάλο της επανάστασης θα το έδινε το συνέδριο.
Έπεσε έξω
Το συνέδριο έγινε, παρά την εισβολή των στρατευμάτων. Ο
ηγέτης του KPD Μπράντλερ πήρε τον λόγο και πρότεινε να κηρύξουν αμέσως γενική
πολιτική απεργία για να φύγει η κυβέρνηση. Περίμενε ότι ο Τσάιγκνερ θα τον
στήριζε. Αλλά έπεσε τρομαχτικά έξω: ο Τσάιγκνερ κράτησε, όπως πάντα, μια
μεσοβέζικη στάση. Το συνέδριο αντιμετώπισε την πρόταση παγερά.
Το KPD βρέθηκε ξαφνικά με την πλάτη στον τοίχο: όλες τις
προηγούμενες βδομάδες προετοιμαζόταν πυρετωδώς για την κατάληψη της εξουσίας
-αλλά τώρα έβαζε σαν προϋπόθεση για αυτό την έγκρισή της από ένα συνέδριο στο
οποίο την πλειοψηφία την είχαν οι Σοσιαλδημοκράτες.
Το KPD αποφάσισε να οπισθοχωρήσει. Έστειλε αγγελιοφόρους στα
τμήματά του στα διάφορα σημεία της χώρας που τους ειδοποιούσαν ότι η επανάσταση
είχε ανασταλεί.
Υπήρχε μια μόνο πόλη όπου ο αγγελιοφόρος δεν έφτασε: το
Αμβούργο. Το αποτέλεσμα ήταν μια ηρωϊκή εξέγερση -οι Κομμουνιστές κατέλαβαν τα
μισά από τα αστυνομικά τμήματα μέσα σε λίγες ώρες. "Το βράδυ της
Κυριακής", έγραφε η Λαρίσα Ράισνερ, μια μεγάλη επαναστάτρια της εποχής
εκείνης, "ένας αγγελιοφόρος φέρνει την (λανθασμένη) είδηση της εξέγερσης
στην Σαξονία. Η εντολή για γενική απεργία απλώνεται αστραπιαία στις εργατογειτονιές...
Στα εργοστάσια η απογευματινή βάρδια αφήνει τα εργοστάσια, σπάει τις σειρές των
αστυνομικών και βαδίζει στο κέντρο της πόλης. Ένα τεράστιο πλήθος, εκατό
χιλιάδες, πλημμυρίζει τους δρόμους του Αμβούργου. Η πόλη μοιάζει να έχει
καταληφθεί από τον πυρετό της επανάστασης". Ύστερα ήρθαν τα νέα της
αναστολής -και η επανάσταση έληξε άδοξα, μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες.
Μέχρι και σήμερα οι ιστορικοί και η αριστερά δυσκολεύονται
να συμφωνήσουν για το τι έφταιξε τον Οκτώβρη του 1923. Κάποιοι λένε ότι η
κήρυξη της επανάστασης ήταν εξ αρχής ένα λάθος -η εργατική τάξη, λένε, δεν ήταν
έτοιμη για την επανάσταση. Άλλοι ότι ξέσπασε πρόωρα. Άλλοι καθυστερημένα. Στην
πραγματικότητα, όμως, οι αντικειμενικές δυνατότητες ποτέ δεν ήταν πιο πρόσφορες
στη Γερμανία από ό,τι το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1923.
Οι επαναστάσεις, όπως και κάθε αγώνας, δεν είναι περίπατοι.
Αυτό που χρειάζεται αυτές τις ώρες είναι η αποφασιστικότητα –κάθε ταλάντευση
μπορεί να αποβεί μοιραία. Αυτό ήταν που έλειψε το 1923 στην Γερμανία. Δυστυχώς
η εργατική τάξη πλήρωσε, τα επόμενα χρόνια, πολύ ακριβά αυτή την έλλειψη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου