Παρασκευή 24 Αυγούστου 2012

Δεν Ξεχνάμε τα Ναζιστικά “Μπλόκα”


Ναζί + ταγματασφαλίτες στην κατοχή

Το καλοκαίρι του 1944 οι εργατογειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά πλημμύρισαν με αίμα. Το σκηνικό επαναλήφθηκε κάμποσες φορές: τα μπλόκα. Ολόκληρες γειτονιές κυκλωνόταν, και μετά ξεκινούσε το όργιο βίας και τρομοκρατίας. «Έρευνες», μαζικές συλλήψεις, εκτελέσεις, βιασμοί, εμπρησμοί σπιτιών.

Το μπλόκο της Κοκκινιάς στις 17 Αυγούστου έχει μείνει ανεξίτηλα χαραγμένο στην ιστορική μνήμη (και έχει αποθανατιστεί στην ταινία του Α. Κύρου το «Μπλόκο»). Ο απολογισμός της «εκκαθαριστικής επιχείρησης» ήταν τρομακτικός ακόμα και για τα δεδομένα της εποχής. Η γερμανική έκθεση αναφέρει 104 «νεκρούς εχθρούς» και 3.000 ομήρους, που οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Χαϊδάρι – και πολλοί από αυτούς θα συνέχιζαν μέχρι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί στην Γερμανία.

Είχαν προηγηθεί στο τέλος του Ιούνη και στον Ιούλη αιματηρά μπλόκα στου Ζωγράφου, στον Βύρωνα, το Δουργούτι (τον σημερινό Νέο Κόσμο), στη Γούβα (τμήμα του Παγκρατιού). Την πρακτική της σύλληψης ομήρων την είχαν ξεκινήσει οι Γερμανοί και τα Τάγματα Ασφαλείας στις 6 Ιούλη στο Περιστέρι. Οι Γερμανοί με την συνοδεία των Ταγματασφαλητών –και την ανεκτίμητη πάντοτε συνδρομή της Αστυνομίας, συγκεκριμένα του ΙΖ’ Παραρτήματος Ασφαλείας, συνέλαβαν 124 ομήρους. Οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου και από κει αμέσως στην Γερμανία. Μόλις 19 επέστρεψαν μετά τον πόλεμο.

Σε απάντηση το ΕΑΜ κήρυξε την Γενική Απεργία της 24 Αυγούστου, «για να σώσουμε τα αιχμάλωτα αδέλφια μας και τη ζωή μας» όπως ανέφερε χαρακτηριστικά το κάλεσμα. Ο Ιάσονας Χανδρινός στο βιβλίο του «ΟΠΛΑ το τιμωρό χέρι του λαού – Η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στη κατεχόμενη πρωτεύουσα 1942-1944» δίνει την εξής περιγραφή:

«Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ (και ιδιαίτερα της Ι Ταξιαρχίας) κινήθηκαν για αυστηρή περιφρούρηση στους τομείς της ευθύνης της, καθώς ήταν παραπάνω από βέβαιο πως ο Ράλλης θα χρησιμοποιούσε τους Ευζώνους για να χτυπήσει την απεργία. Πράγματι, στις 6 το πρωί, δυο φορτηγά γεμάτα πεζικό έφτασαν στο αμαξοστάσιο του τραμ της Καλλιθέας με σκοπό με επιστρατεύσουν τους τραμβαγέρηδες. 

Όταν τα φυλάκια του ΕΛΑΣ άνοιξαν πυρ κατά των τραμ που κινούνταν, ξεκίνησε η μάχη… Οι μάχες σταμάτησαν ως συνήθως το απόγευμα. Οι απώλειες των Ελασιτών και πολιτών έφτασαν τους 39 νεκρούς, από τους οποίους οι 20 ήταν Καλλιθεάτες, εκτελεσμένοι ομαδικά στην οδό Ανδρομάχης σε αντίποινα για τον τραυματισμό του γερμανού αξιωματικού. Όταν το βράδυ ο τραυματίας εξέπνευσε, ακόμα 17 κρατούμενοι μεταφέρθηκαν από το Γουδή και τη Μέρλιν για να εκτελεστούν στην οδό Σπάρτης σε τριάδες».

Όμως αυτό δεν ήταν το τέλος. Στις 28 Αυγούστου, οι Γερμανοί και οι Ταγματαλήτες περικύκλωσαν το Κουκάκι, τα Παλαιά Σφαγεία και την Καλλιθέα «και αφού συγκέντρωσαν όλους τους άνδρες στο γήπεδο της Α.Ε Καλλιθέας, εκτέλεσαν 24 με υπόδειξη μασκοφόρων. Σε λίγο οι κάτοικοι των Παλαιών Σφαγείων είδαν έντρομοι τα σπίτια τους να καίγονται από τα γερμανικά φλογοβόλα. Όλη η Καλλιθέα καλύφθηκε από ένα σύννεφο μαύρου καπνού, κάτω από τις επευφημίες των Τσολιάδων ‘που πετάνε τα φέσια ψηλά και βαράν στον αέρα να το χαρούνε΄». (το απόσπασμα από το βιβλίο του Ι. Χανδρινού).

Δεν ήταν βέβαια η πρώτη φορά που η Καλλιθέα είχε υποστεί τις επιδρομές των Γερμανών και των Ταγματασφαλητών. Ακριβώς ένα μήνα πριν από την απεργία και το μπλόκο του Αυγούστου, στις 24 Ιούλη, Ταγματασφαλήτες, Γερμανοί και το «Μηχανοκίνητο» της Αστυνομίας με διοικητή τον Νικ. Μπουραντά, εισέβαλαν στη γειτονιά για να την «εκκαθαρίσουν» σε αντίποινα για την εκτέλεση ενός χωροφύλακα από Ελασίτες. Ο ΕΛΑΣ επέλεξε να δοκιμάσει τις δυνάμεις σε μια τακτική μάχη σε κατοικημένο χώρο. Οι απώλειες ήταν βαριές, ανάμεσα σε αυτές και οι δέκα νεαροί μαχητές που αποκλείστηκαν σε σπίτι στην οδό Μπιζανίου και έπεσαν μαχόμενοι (το «Κάστρο της Μπιζανίου»).

Απεργία

Ούτε η Κοκκινιά είχε δεχτεί για πρώτη φορά τη βία των φασιστών και των συνεργατών τους. Στις 7 Μάρτη του 1944 Γερμανοί και ταγματασφαλήτες επιτέθηκαν στην περιοχή. Η επιχείρηση έγινε σε απάντηση μιας μεγάλης απεργίας που είχε ξεκινήσει στους ΣΕΚ και στον ΣΠΑΠ (τους σημερινούς ΟΣΕ και ΗΣΑΠ) στις 4 Μάρτη και είχε απλωθεί σε όλον τον Πειραιά τις επόμενες μέρες, ανάμεσα στα εργοστάσια που απεργούσαν ήταν και του Παπαστράτου, Καρέλια και Ρετσίνα. Στις μάχες που ακολούθησαν οι Ταγματασφαλήτες κατόρθωσαν να διεισδύσουν στην Νέα Κοκκινιά αλλά αποκρούστηκαν στα δρομάκια της Παλιάς Κοκκινιάς.

Τα μπλόκα και οι μάχες του καλοκαιριού του 1944 ήταν κλιμάκωση της βίας της φασιστικής κατοχής και των συνεργατών της. Όχι ότι πριν απ’ αυτά η Κατοχή ήταν λιγότερο βάρβαρη. Οι συλλήψεις, οι εκτελέσεις και οι δολοφονίες ήταν στην ημερήσια διάταξη. Η ίδια η επιβίωση ήταν ένας συνεχής αγώνας για τη μεγάλη πλειοψηφία των εργατών και των οικογενειών τους. Τα «μπλόκα» ήταν η κορύφωση της απάντησης που έδωσαν οι γερμανικές αρχές κατοχής στο εργατικό κίνημα της Αθήνας.

Εργατικό ΕΑΜ

Το κίνημα είχε πάρει ορμή με τις απεργίες του φθινοπώρου του 1942, οργανωμένες από το Εργατικό ΕΑΜ, που επέβαλαν ότι οι εργάτες και οι φτωχοί δεν θα ξαναζούσαν ένα χειμώνα πείνας και θανάτου. Είχε κορυφωθεί με την Γενική Απεργία του Μάρτη του 1943 που απέτρεψε την «πολιτική επιστράτευση» που ήθελαν να επιβάλλουν οι Γερμανοί. 

Τον Απρίλη της ίδιας χρονιάς όρισαν μια νέα κυβέρνηση δωσιλόγων με πρωθυπουργό τον Ιωάννη Ράλλη. Αυτή η κυβέρνηση απέσπασε την έγκριση από τους αφέντες της για την ίδρυση των Ευζωνικών Ταγμάτων. Σ’ ένα διάγγελμά του με ημερομηνία 5 Μάη 1944 έλεγε:

«Υπενθυμίζω εις υμάς ότι αι Δυνάμεις του Άξονος, καίτοι έχουσαι να αντιμετωπίσουν όλας τας συνεπείας και τας βαρείας υποχρεώσεις του πρωτοφανούς εις έκτασιν πολέμου επέδειξαν εις πάσαν ευκαιρίαν την προς τον ελληνικόν λαόν συμπάθειάν των».

Έριξε αυτές τις μονάδες που τις αποτελούσαν κάθε καρυδιάς καρύδι από τον υπόκοσμο μέχρι «έντιμους έλληνες αξιωματικούς», παρέα με τις συμμορίες της Ειδικής Ασφάλειας και το «Μηχανοκίνητο» της Αστυνομίας Πόλεων για να διαλύσουν τα δίκτυα του ΕΛΑΣ, ΕΑΜ και ΚΚΕ με ένα όργιο δολοφονιών και τρόμου. Η τιμωρία των γειτονιών που είχαν γίνει κέντρα της Αντίστασης, στην ουσία ελέγχονταν από τον ΕΛΑΣ, ήταν το επόμενο βήμα. Δεν τα κατάφεραν σε εκείνη την εκστρατεία τους. Αντίθετα, όσο τέλειωνε το καλοκαίρι και έμπαινε ο Σεπτέμβρης, ο ΕΛΑΣ ξεκαθάρισε τις φωλιές των φασιστών δωσιλόγων από μια σειρά γειτονιές που είχαν βάλει πόδι, όπως το Παγκράτι.

Ο Ράλλης είχε την υποστήριξη όλης της άρχουσας τάξης στην οργάνωση αυτού του λουτρού αίματος. Γνώριζε πολύ καλά ότι η πλάστιγγα του πολέμου έγερνε αποφασιστικά υπέρ των Συμμάχων και προόριζε τα Τάγματα ως τον πυρήνα της ένοπλης δύναμης που θα έβαζε στη θέση τους τους «ξυπόλητους» που είχαν σηκώσει κεφάλι, μετά τον ερχομό των «απελευθερωτών» Συμμάχων. 

Υπάρχει και μαρτυρία του γερμανού πρεσβευτή και κατοχικού πληρεξούσιου Αλτενμπουργκ η οποία αναφέρει ότι: «…Σχετικά μ’ αυτό θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι ο Ράλλης είχε δηλώσει επανειλημμένα σε μεταξύ μας συζητήσεις, ότι ανέλαβε το αξίωμα μετά από συνεννόηση με την εξόριστη κυβέρνηση του Καϊρου».

Άλλωστε γι’ αυτό, παρόλο που εκείνη την εποχή τα Τάγματα καταδικάστηκαν ως «συνεργάτες του κατακτητή» από την κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής, μεταπολεμικά πήραν άφεση αμαρτιών. Ο Πλυτζανόπουλος, διοικητής τους στην Αθήνα, ο άνθρωπος που επέβλεπε προσωπικά τα μπλόκα και το θανατικό, αθωώθηκε. Το ίδιο και ο Μπουραντάς, η δράση του αποδόθηκε σε «ατυχείς συγκυρίες». Στη δίκη του ίδιου του Ράλλη παρέλασε κυριολεκτικά όλη η «καλή κοινωνία» για να υπερασπιστεί τον ίδιο και τα «Τάγματα».

Αξίζει να μαθαίνουμε για εκείνο το ματωμένο καλοκαίρι του 1944, να τιμάμε την μνήμη όσων έπεσαν στον αγώνα ενάντια στους ναζί και τους συνεργάτες τους. Ο λόγος είναι προφανής. Σήμερα, οι απόγονοι εκείνων που ορκίζονταν «αιωνίαν πίστην στον φύρερ του γερμανικού λαού Αδόλφο Χίτλερ», δολοφονούν μετανάστες και υπόσχονται ότι θα «ξεκαθαρίσουν» και τους κομμουνιστές, τους αριστερούς. 

Όπως και τότε, έτσι και σήμερα παριστάνουν τους φίλους του λαού, τους αγνούς εθνικιστές, ενώ δεν είναι τίποτα παραπάνω από βρωμεροί μισθοφόροι των αφεντικών τους. Θρασύδειλοι φονιάδες, σαν τους «τσολιάδες» που πετούσαν τα φέσια τους όταν καίγονταν οι συνοικισμοί έχοντας τις πλάτες των Ες-Ες, έτσι και σήμερα κομπάζουν για τις βρομιές τους με τις πλάτες των μπάτσων και τα στραβά μάτια της «δικαιοσύνης». Να τους ξεριζώσουμε από κάθε γειτονιά, από παντού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: