Οι Οικονομικές Συνέπειες της Ειρήνης (εκδ. Παπαζήση, σελ.
208) ο Τζον Μέιναρντ Κέυνς περιγράφοντας τι πρέπει να γίνει ώστε η ειρήνη να
είναι διαρκής δεν αναφέρεται μόνο στις γερμανικές αποζημιώσεις αλλά και στον
“κίνδυνο” των Σπαρτακιστών...
Το βιβλίο του Τζον Μέιναρντ Κέυνς Οι Οικονομικές
Συνέπειες της Ειρήνης εκδ. Παπαζήση συνιστά ένα από τα κλασικά
δείγματα γραφής σε θέματα που άπτονται την Πολιτική Οικονομία του 20ουαιώνα
και αποτελεί έναν έργο παρέμβασης στο ευρύτερο πολιτικό πεδίο. Αποτελεί
προέκταση της προσωπικότητας ενός συνειδητοποιημένου Βικτωριανού της
πνευματικής ελίτ της εποχής του με αίσθημα ευθύνης απέναντι στη κοινωνία, σε
μία εποχή που η οικονομική θεωρία αποτελούσε μια ημιτελής κοινωνική επιστήμη.
Το τέλος του 1ου παγκοσμίου πολέμου βρήκε το
παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα σε πρωτόγνωρα διλλήματα. Όλες οι οικονομίες των
εθνών-κρατών που είχαν λάβει μέρος στο πόλεμο παρουσίαζαν υπερδιογκωμένο
δημόσιο χρέος, με έμφαση το εξωτερικό, και τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα.
Το στάδιο μετάβασης από την «πολεμική» στην «ειρηνική» καπιταλιστική οικονομία
έθετε πολλαπλά ζητήματα με σημαντικότερο όλων τα διασυμμαχικά χρέη όπου έμελλε
να ήταν σημείο τριβής των διεθνών οικονομικών σχέσεων. Την εποχή εκείνη ο Κέυνς
βρέθηκε μέλος της βρετανικής αντιπροσωπείας στις Βερσαλλίες, όπου υπογράφηκε η
περιβόητη συνθήκη της ειρήνης που έμελλε να καταστρέψει την οικονομική βάση της
ηττημένης Γερμανίας. Καθώς και το άμεσο μέλλον των λαών της Ευρώπης όπως αυτό
συνέβη με την πραγματοποίηση του 2ου παγκοσμίου πολέμου.
Κατά τον Κέυνς η συνθήκη των Βερσαλλιών το μόνο που ρύθμιζε
σε ρεαλιστική βάση ήταν η στέρηση όλων των μέσων στων οποίων η ταπεινωμένη
Γερμανία θα μπορούσε να αναπαραχθεί ως κράτος: της καταργούσε το εξωτερικό
εμπόριο, της απαγόρευε τη διατήρηση βιομηχανίας και της υπονόμευε το σύστημα
μεταφορών και δασμών.
Με μία διεξοδική ανάλυση στατιστικών δεδομένων, όπως
αναφέρεται στις Συνέπειες, το εφικτό και δίκαιο για τη Γερμανία
προκειμένου να καλύψει τις συνολικές επανορθώσεις της ήταν τα 10 δις $ και όχι
τα 40 δις.
Στο βιβλίο αποκαλύπτεται ότι το σύνολο του συστήματος αποπληρωμής
ήταν αδιαφανές και τα τοκοχρεολύσια θα κρατούσαν τη Γερμανία σε καθεστώς
ισόβιας υποδούλωσης μέσω του εξωτερικού χρέους. Το παράδοξο είναι ότι σήμερα η
Γερμανία ως ηγεμονική δύναμη της ευρωζώνης εφαρμόζει ένα τέτοιο πλαίσιο στα
κράτη της περιφέρειας οξύνοντας όπως τότε τους ενδοιμπεριαλιστικούς
ανταγωνισμούς.
Για τον ίδιο η αναθεώρηση της συνθήκης (ειρήνης) των
Βερσαλλιών ήταν μονόδρομος: «ο σκοπός μου σε αυτό το βιβλίο είναι να δείξω ότι
η καρχηδονιακή ειρήνη δεν είναι πρακτικά ορθή ή δυνατή».
Τα επιχειρήματα που
χρησιμοποιήθηκαν αποτέλεσαν τον κύριο λόγο που οι Οικονομικές Συνέπειες
της Ειρήνης πέρασαν στην ιστορία.
Καθοριστικό ρόλο βέβαια για τη
συγγραφή των Συνεπειών έπαιξε η παραίτηση του Κέυνς από το
Υπουργείο Οικονομικών καθώς αυτό ταυτίζεται χρονικά. Σε μία εποχή που η
πεφωτισμένη αστική τάξη σπανίως τολμούσε να ξεπεράσει τα όρια του πολιτικώς
ορθού και του σεβασμού των ασκούντων την εξουσία, αποκαλύπτοντας τις
ανεπάρκειες της τότε κυρίαρχης αντίληψης. Αυτό όμως δεν γίνεται μονάχα με την
ανάδειξη των ψυχολογικών όρων. Η όλη του προβληματική θεμελιώνεται με την
οικονομική θεωρία, την στατιστική, την δημοσιονομική πολιτική, την πολιτική
θεωρία, τη διεθνή πολιτική οικονομία της εποχής, με συνακόλουθη την κυρίαρχη
αντίληψη των διεθνών σχέσεων και της οικονομικής γεωγραφίας. Μέσω της ανάλυσης
αναλύονται διεξοδικά ο ρόλος του πολέμου και η πρόταση «ειρήνης» του Κέυνς μέσω
της δημιουργία ζώνης ελεύθερου εμπορίου στον κέντρο-ευρωπαϊκό χώρο.
Πολλοί πεφωτισμένοι της κυρίαρχης αντίληψης θεωρούν ότι οιΣυνέπειες αποτελούν
τις ανησυχίες του Κέυνς ότι ο οικονομικός στραγγαλισμός της Γερμανίας θα
οδηγούσε σε έναν νέο πόλεμο. Όπως και έγινε με το 2ο παγκόσμιο
πόλεμο. Μόνο που αυτές αφορούσαν τη διάρρηξη της κεφαλαιοκρατικής μορφής
εξουσίας στη Γερμανία. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει: «μία νίκη του σπαρτακισμού
στη Γερμανία θα μπορούσε να είναι εύλογα το προοίμιο για την επανάσταση
παντού», καθιστώντας κεντρικό ζήτημα τη διάσωση της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας.
Εξ ου και η οικονομική σημασία της Γερμανίας για ολόκληρη την Ευρώπη και όχι
για τόσο για λόγους οικονομικής αλληλεγγύης.
Παρόλ’ αυτά το όνομα του Λένιν
αξιοποιείται στις Συνέπειες προκειμένου να αναδειχθεί ο ρόλος
του πληθωρισμού ως πιθανός μοχλός ανατροπής του καπιταλισμού. Ενώ από τη μία
ασκείται η κριτική στο laissez-faire από την άλλη υπάρχουν σαφές τοποθετήσεις
ενάντια στην επαναστατική δράση των μπολσεβίκων και των σπαρτακιστών.
Στην
ουσία διατυπώνεται ένα είδος μη μαρξικού σοσιαλισμού με κύρια χαρακτηριστικά τη
μεσότητα και τον αποκλεισμό της βίας και άρα των ταξικών αντιθέσεων που
καταδεικνύουν τα όρια και τις αντιφάσεις της κεϋνσιανής συναίνεσης, δηλαδή της
κοινωνικής ειρήνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου